Ο Εβρος στο επίκεντρο επικίνδυνων σχεδίων και ανταγωνισμών
Του Δημήτρη Παπατολίδη
O νομός του Εβρου βρέθηκε το προηγούμενο διάστημα στο επίκεντρο της επικαιρότητας, με αφορμή την κρίση που δημιουργήθηκε στα σύνορα από τις προσφυγικές ροές που κατηύθυνε η τουρκική κυβέρνηση στην περιοχή των Καστανιών και συνολικά κατά μήκος των χερσαίων συνόρων. Ενώ τελευταία επανήλθε με την ευθεία αμφισβήτηση από την κυβέρνηση της Τουρκίας της Συνθήκης της Λοζάνης και του συνοδευτικού Πρωτοκόλλου του 1926 για τον καθορισμό των συνόρων.
Πρόκειται σίγουρα για ένα βήμα παραπέρα κλιμάκωσης της τουρκικής επιθετικότητας στην περιοχή, καθόλου άσχετο με την ένταση στο Αιγαίο και τη Νότια Κρήτη επ’ αφορμή του τουρκo-λιβυκού συμφώνου για τον καθορισμό των ΑΟΖ.
Άλλωστε, αυτή η κλιμάκωση είναι ένα βήμα παραπέρα από τις γνωστές έως σήμερα παραβιάσεις του εναέριου χώρου στο Αιγαίο, τις λεγόμενες υπερπτήσεις στα ελληνικά νησιά, την αμφισβήτηση επήρειας στον καθορισμό της ΑΟΖ των ελληνικών νησιών. Η τουρκική αστική τάξη και η κυβέρνησή της τον τελευταίο χρόνο για πρώτη φορά πραγματοποίησαν, σύμφωνα με δημοσιεύματα, υπερπτήσεις πάνω από τα χερσαία σύνορα της χώρας μας, ενώ παράλληλα προσπάθησαν να αξιοποιήσουν το Προσφυγικό δημιουργώντας πίεση στα χερσαία σύνορα.
Αυτή η κατάσταση γέννησε δικαιολογημένη ανησυχία στους κατοίκους της περιοχής, για την πιθανότητα η κατάσταση να οξυνθεί παραπέρα μέχρι την περίπτωση ακόμη και στρατιωτικής εμπλοκής και επεισοδίου.
Η κυβέρνηση της ΝΔ, όπως και η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, προσπάθησε να καλλιεργήσει τον εφησυχασμό, πως τα τελευταία γεγονότα δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο, πως λίγο πολύ ορισμένες από τις στρατιωτικές κινήσεις της Αγκυρας ήταν κινήσεις πανικού, αφού δεν τα κατάφερε με το Προσφυγικό να σπάσει τα σύνορα.
Οι ερμηνείες αυτές δεν διαφέρουν πολύ από αυτά που ισχυρίζονταν πρωτύτερα ο ΣΥΡΙΖΑ, πως ο Ερντογάν ήταν αποδυναμωμένος και έκανε κινήσεις πανικού με τις συνεχόμενες προκλήσεις.
Και οι δύο καλλιέργησαν και συνεχίζουν να καλλιεργούν μαζί με τα υπόλοιπα αστικά κόμματα πως η Τουρκία είναι διεθνώς απομονωμένη, πως η ένταση στις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις, η προσέγγιση με τη Ρωσία θα φέρουν οφέλη στην Ελλάδα, αφού αναγορεύεται στον πιο αξιόπιστο σύμμαχο των ΗΠΑ στην περιοχή.
Ειδικά για τον Εβρο, τόσο όλες οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων όσο και τα ντόπια παπαγαλάκια τους προβάλλουν σταθερά πως η γεωπολιτική θέση της Αλεξανδρούπολης, της περιοχής συνολικότερα, είναι ένα ασύγκριτο «ατού», αφού το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για το λιμάνι και την πλωτή αποθήκη υγροποιημένου LNG, που συνδέονται με τη δημιουργία αμερικανοΝΑΤΟικής βάσης στην περιοχή, διασφαλίζει την ειρήνη και τη σταθερότητα, ενώ δημιουργεί προϋποθέσεις ισχυρής ανάπτυξης.
Μάλιστα, σε ορισμένα τοπικά μέσα ο Αμερικανός πρέσβης, που κουβαλάει τα παράσημα της διάλυσης της Ουκρανίας, του πραξικοπήματος και της ενίσχυσης των φασιστικών ομάδων, προβάλλεται ως ο μέγας ευεργέτης της περιοχής, αφού λειτουργεί σαν ατζέντης επιχειρηματικών ομίλων από τις ΗΠΑ, που ενδιαφέρονται για τα λιμάνια Αλεξανδρούπολης και Καβάλας, αλλά και την οδική και σιδηροδρομική Εγνατία, πέρα από τους αγωγούς και αποθήκες του φυσικού αερίου. Αλλωστε, δεν είναι λίγες οι παρεμβάσεις του σε παράγοντες της Τοπικής Διοίκησης, κυβερνητικά στελέχη στην περιοχή, αλλά και εκπροσώπους επιχειρηματικών ομίλων, για να «αποκρουστεί» κάθε προσπάθεια διείσδυσης του ρωσικού και κινεζικού παράγοντα.
Αυτή η προπαγάνδα είχε αναπαραχθεί και στο παρελθόν ακόμη και από την κοινοπραξία του ΤΑΡ, που υποστήριζε πως «απ’ όπου θα περνάει ο αγωγός φυσικού αερίου δεν θα πέφτουν βόμβες, δεν θα γίνονται πόλεμοι» και μάλιστα προέβαλλε πως ο αγωγός περνάει τόσο από την Ελλάδα όσο και από την Τουρκία, άρα διασφαλίζει την ειρήνη ανάμεσά τους.
Τα παραπάνω επιχειρήματα για τους γνωστούς ιμπεριαλιστικούς προστάτες καταρρέουν σαν χάρτινοι πύργοι μπροστά στον ρου των απανωτών γεγονότων, τόσο στο Αιγαίο όσο και στην περιοχή μας, όπου αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά ότι η εμπλοκή στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς της αστικής τάξης και της κυβέρνησης πάει χέρι χέρι με την αμφισβήτηση των συνόρων, την αύξηση της έντασης στην περιοχή.
Τα τελευταία τρία χρόνια, η ελληνική κυβέρνηση, όποια και αν είναι, παίρνει απανωτά συγχαρητήρια για την προσήλωσή της στην ελληνοαμερικανική φιλία, τις επιδόσεις στις δαπάνες για ΝΑΤΟικούς σκοπούς. Αυτά τα χρόνια, το ενδιαφέρον των ΗΠΑ στην Αλεξανδρούπολη έχει ενισχυθεί σημαντικά, ενώ και η παρουσία τους με τη μετατροπή του λιμανιού προσωρινά σε βάση ελικοπτέρων για ασκήσεις που γίνονται στο μαλακό υπογάστριο της Ρωσίας είναι πιο έντονη από ποτέ. Μήπως αυτό εμπόδισε την τουρκική κυβέρνηση όχι μόνο να συνεχίσει, αλλά και να κλιμακώσει τις προκλήσεις και τις αμφισβητήσεις, με τα γνωστά γεγονότα στον Εβρο;
Αλλο παράδειγμα: Μήπως εμπόδισε η ΝΑΤΟική αρμάδα για το Προσφυγικό την αμφισβήτηση των «θαλάσσιων συνόρων», όπως διατεινόταν ο πρώην ακροδεξιός υπουργός Αμυνας του ΣΥΡΙΖΑ ή είχαμε νέα ρεκόρ πρόκλησης, με αποκορύφωμα τον εμβολισμό πλοίου του ελληνικού Λιμενικού από τουρκικό πλοίο;
Αλήθεια, κάνουν πως δεν ξέρουν ότι πάγιος στόχος των ΗΠΑ είναι το κράτημα της Τουρκίας στο ΝΑΤΟικό στρατόπεδο, στόχος για τον οποίο έχει αναλάβει ρόλο η ελληνική αστική τάξη; Αγνοούν ότι αυτό είναι το κριτήριο με το οποίο οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν τις σχέσεις των δύο κρατών;
Οι δηλώσεις Στόλτενμπεργκ (με αποκορύφωμα τον εμβολισμό της ακταιωρού), οι παραινέσεις στελεχών του ΥΠΕΞ των ΗΠΑ για να λύσουν με συνεννόηση και χωρίς εμπλοκή τα δύο μέλη του ΝΑΤΟ τα μεταξύ τους προβλήματα, οι τελευταίες παρεμβάσεις πως δεν μπορεί να μείνει έξω από τον ενεργειακό χάρτη της ΝΑ Μεσογείου η Τουρκία, είναι ενδεικτικές και πολλές φορές περνάνε στα ψιλά.
Πάνω απ’ όλα είναι πιο χαρακτηριστικές οι ίδιες οι δηλώσεις του Πάιατ για τη βάση της Αλεξανδρούπολης και το ρόλο της, αφού πιο καθαρά δεν μπορούσε να πει πως επιλέγεται το συγκεκριμένο σημείο γιατί διευκολύνει στην επιτήρηση της δραστηριότητας της Ρωσίας στην περιοχή και όχι φυσικά για να προασπιστεί την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας. Αλλωστε, οι βρετανικές βάσεις στην Κύπρο δεν εμπόδισαν την κατοχή της.
Ηκυβέρνηση και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα συμφωνούν στη δημιουργία ενός νέου ορμητηρίου ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, που στοχεύει πεντακάθαρα τη Ρωσία. Εμπλέκει τη χώρα μας πολύ βαθύτερα στον τσακωμό των βουβαλιών στην περιοχή, που δεν έχει να κάνει για κανένα λόγο με την ακεραιότητα των συνόρων μας. Το αντίθετο, μετατρέπει την περιοχή μας σε έναν πιθανό στόχο σε μια μελλοντική στρατιωτική όξυνση ανάμεσα σε ΝΑΤΟ και Ρωσία.
Αλλωστε, το ίδιο σαθρό επιχείρημα, πως οι ιμπεριαλιστές σύμμαχοί μας θα μας προστατέψουν από την τουρκική επιθετικότητα, χρησιμοποίησαν η κυβέρνηση και τα παπαγαλάκια της στην περιοχή, στην πρόσφατη κρίση με το Προσφυγικό στον Εβρο.
Μάλιστα, στη συγκεκριμένη περίπτωση ο προστάτης θα ήταν η Frontex και η ΕΕ, που δήθεν θα απέτρεπαν τις προκλήσεις της τουρκικής στρατοχωροφυλακής. Γεγονός που διαψεύστηκε από τους πυροβολισμούς που συνεχίστηκαν ακόμη και κατά του κατασταλτικού μηχανισμού της Frontex. Ακόμα μεγαλύτερο στραπάτσο ήταν αυτό των προηγούμενων ημερών με τη Λιβύη, που το τουρκικό ναυτικό παρεμπόδισε τη ναυτική δύναμη που υποτίθεται επιτηρούσε το εμπάργκο όπλων στη Λιβύη να σταματήσει φορτηγό πλοίο με οπλισμό από Τουρκία που κατευθυνόταν για τη στήριξη της κυβέρνησης Σάρατζ.
Είναι καθαρό πως ο λαός μας δεν μπορεί να περιμένει από τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες (ΝΑΤΟ, ΕΕ) προστασία από τις προκλήσεις της αστικής τάξης της Τουρκίας. Είναι οι ίδιοι που πρωταγωνιστούν στην αλλαγή συνόρων με βάση τα συμφέροντα των αστικών τάξεων που υπηρετούν. Είναι οι ίδιοι που μαζί με την ελληνική κυβέρνηση έδωσαν πράσινο φως στην τουρκική κυβέρνηση να προχωρήσει στην επέμβαση στη Συρία και να ανατρέψει στην πράξη τη Συνθήκη της Λοζάνης.
Πολύ περισσότερο, δεν μπορεί να πιστεύει πως κυβερνήσεις και κόμματα, που έχουν δώσει τα πάντα για να προωθηθούν σχέδια αστάθειας, επεμβάσεις όπως σε Γιουγκοσλαβία, Αφγανιστάν και Ιράκ στο παρελθόν, και στη Συρία πριν λίγο καιρό, μπορούν να υπερασπιστούν την ειρήνη και την ευημερία του λαού μας, αφού τα κριτήριά τους αφορούν τα συμφέροντα της αστικής τάξης της χώρας μας και όχι του λαού.
Ησυνέχιση της ίδιας πολιτικής, της συμβολής όλων των αστικών κυβερνήσεων της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, μας τραβάει βαθύτερα στο μάτι του κυκλώνα των αντιπαραθέσεων στην περιοχή, δεν απομακρύνει, αλλά αντίθετα αυξάνει την πιθανότητα η χώρα μας να βρεθεί στην καρδιά μιας πιο γενικευμένης πολεμικής αναμέτρησης στο μέλλον.
Οι εθνικιστικές κραυγές, που συνδυάζονται συνήθως με τη λογική αλλαγής ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου, απλά εναλλάσσουν τις παλιές με νέες αυταπάτες για χώρες και συμμάχους που δήθεν θα είναι σίγουρο αποκούμπι και χωρίς ανταλλάγματα σε μια πιθανή εμπλοκή. Και αυτά δοκιμάστηκαν στο πεδίο της οικονομίας και με τη λογική που προέβαλλαν δυνάμεις όπως η σημερινή ΛΑΕ, με τραγικά για το λαό αποτελέσματα.
Είναι επικίνδυνες γιατί αποκρύβουν τι υπάρχει πίσω από την τουρκική προκλητικότητα στην περιοχή, πως αυτή οξύνεται όσο η λεία των δρόμων και πηγών Ενέργειας αυξάνεται. Πως δεν είναι στο DNA του τουρκικού λαού ο ανθελληνισμός, όπως αντίστοιχα στου ελληνικού ο μισοτουρκισμός. Πως οι λαοί, είτε βρεθούν στη θέση του νικητή, είτε του ηττημένου σε έναν πόλεμο, πληρώνουν πάντα τις συνέπειες και κερδισμένοι βγαίνουν όσοι αρπάζουν τα λάφυρα, δηλαδή η μια ή η άλλη αστική τάξη. Αλλωστε, είναι χαρακτηριστική και ελπιδοφόρα η κινητοποίηση χιλιάδων Τούρκων αγωνιστών κατά της επέμβασης της Τουρκίας στη Συρία.
Επίσης επικίνδυνη είναι η θέση της λεγόμενης συνδιαχείρισης του Αιγαίου, η λεγόμενη λογική να τα βρούμε για να μην έχουμε χειρότερα. Αυτή η γραμμή δουλεύεται όλο και περισσότερο έμμεσα ή άμεσα από στελέχη τόσο της κυβέρνησης όσο και της αστικής αντιπολίτευσης. Είναι μύθος πως ένας συμβιβασμός σήμερα διασφαλίζει διά παντός την ειρήνη και την ασφάλεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Κύπρος, η Συρία, οι νέες απαιτήσεις της τουρκικής αστικής τάξης όχι μόνο στα ανατολικά του Αιγαίου, αλλά και στα νότια της Κρήτης. Τέτοιο παράδειγμα ήταν μια σειρά Συνθήκες που υπογράφτηκαν κάτω από τον διαρκή μεταβαλλόμενο συσχετισμό στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, που οι ίδιοι που τις υπέγραψαν τις παραβίασαν, με αποκορύφωμα σήμερα την αμφισβήτηση από την Τουρκία της Συνθήκης της Λοζάνης.
Απάντηση μπροστά στον ενδεχόμενο κίνδυνο παραπέρα όξυνσης μπορεί να είναι μόνο μία: Απαγκίστρωση της χώρας μας από τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, πάλη για ειρήνη και ευημερία, μόνο ο αγωνιζόμενος λαός μπορεί να υπερασπιστεί την ειρήνη και την εδαφική του ακεραιότητα.
Μαζί με τους υπόλοιπους λαούς, ο λαός μας με πρωτεργάτες τους κομμουνιστές χρειάζεται να παλέψει για ευημερία και αλληλεγγύη των λαών αναμεταξύ τους, για να ξεριζωθεί η αιτία κάθε πολέμου και αλλαγής συνόρων στην περιοχή, το σύστημα της εκμετάλλευσης και της βαρβαρότητας που γεννά ο καπιταλισμός.
* Ο Δ. Παπατολίδης είναι μέλος της ΚΕ και Γραμματέας της ΕΠ Ανατ. Μακεδονίας – Θράκης του ΚΚΕ