Του Στέλιου Παναγούτσου*

Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα των εκλογών μπορεί κανείς να διαπιστώσει: Πρώτο, την επικράτηση της Νέας Δημοκρατίας με ποσοστό μεγαλύτερο από της πρώτης θητείας, κάτι που συνέβη σπανίως έως ποτέ στη διάρκεια της μεταπολίτευσης. Δεύτερο, την επανεμφάνιση της νεοναζιστικής δεξιάς σε συνδυασμό με την ενίσχυση της υπόλοιπης ακροδεξιάς. Τρίτο, τη συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ με ένα ποσοστό μικρότερο και από αυτό της 21 Μαΐου. Και τέταρτο, την αύξηση κατά 50% των δυνάμεων του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής.
Ξεκινώντας από το τελευταίο είναι φανερό ότι ο στόχος του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής, για την καθιέρωσή του ως αξιόπιστης και βασικής αντιπολίτευσης, επιτεύχθηκε με την αύξηση της εκλογικής δύναμης εάν μάλιστα συνδυασθεί με την εκλογική αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ.
Το κυρίαρχο βέβαια αποτέλεσμα των εκλογών είναι η ενίσχυση της Δεξιάς με την ευρύτερη έννοια του όρου. Είναι φανερό ότι για πρώτη φορά, ίσως, κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο η «δεξιά» είναι πλειοψηφικό ρεύμα σε σχέση με την «αριστερά». Η κυριότερη, κατά την άποψή μου αιτία γι’ αυτό είναι η μετακίνηση του «κέντρου» προς τη Νέα Δημοκρατία και για να ακριβολογούμε προς τον Κ. Μητσοτάκη. Το πώς κατάφερε ο κύριος Μητσοτάκης να στρέψει προς το μέρος του τους ψηφοφόρους του κέντρου είναι ένα αντικείμενο ανάλυσης. Προφανώς η αξιοποίηση προσώπων από το ΠΑΣΟΚ, η εκσυγχρονιστική – μεταρρυθμιστική ρητορική (και όχι συχνά πρακτική) είναι κάποιες σοβαρές αιτίες. Εκείνο όμως, που συνέβαλε περισσότερο στη μετατόπιση των κεντρώων, είναι πιστεύω η διατήρηση του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου. Σε κάθε κακή στιγμή της προηγούμενης κυβέρνησης, η οποία αναδείχθηκε το 2019 κυρίως λόγω της συγκρότησης αυτού του μετώπου, ο κ. Μητσοτάκης έσειε το φόβητρο της επανόδου του κ Τσίπρα. Σε όλη την προεκλογική περίοδο από πλευράς Νέας Δημοκρατίας κυριάρχησε το δίλημμα «Μητσοτάκης ή Τσίπρας». Είναι χαρακτηριστικό ότι το χρησιμοποίησε και εναντίον του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής με το περίφημο «Ψηφίζεις Ανδρουλάκη και βγαίνει Τσίπρας». Η συγκεκριμένη ρητορική πέτυχε το σκοπό της και, για να είμαστε ειλικρινείς, βοήθησε στην επιτυχία της και η προεκλογική τακτική του ΣΥΡΙΖΑ.
Το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής για να καταστεί το αντίπαλο δέος της Νέας Δημοκρατίας και να διεκδικήσει εκ νέου την κυβέρνηση πρέπει να κερδίσει τους κεντρώους ψηφοφόρους. Για να το πετύχει θα πρέπει να ακολουθήσει μια αποτελεσματική αντιπολιτευτική τακτική που θα τη χαρακτηρίζει η αξιοπιστία, η σαφήνεια των πολιτικών που αντιπροτείνει και θα πρέπει να αποφύγει τη διχαστική ρητορική «όχι σε όλα» της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το πρόσφατο γεγονός της παραίτησης Τσίπρα από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και να το δούμε, θα συμβάλει στην απαγκίστρωση κεντρώων ψηφοφόρων από τη Νέα Δημοκρατία. Το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο σίγουρα θα αδυνατίσει και θα είναι δύσκολο στον κ. Μητσοτάκη να ανασύρει το φόβητρο του ΣΥΡΙΖΑ και του τέως αρχηγού του.
Το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής δεν έχει κανένα λόγο να αντιμάχεται τον ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει να επικεντρωθεί στον κύριο στόχο του που είναι η Νέα Δημοκρατία. Η προγραμματική αντιπολίτευση είναι ο τρόπος για να αντιμετωπισθεί η κυβερνητική πολιτική, η οποία είναι επιζήμια για το κοινωνικό κράτος στη χώρα μας. Ένας αξιόπιστος αντιπολιτευτικός λόγος είναι ικανός να φέρει ψηφοφόρους και από το κέντρο και από το ΣΥΡΙΖΑ.

Στέλιος Παναγούτσος είναι καθηγητής ιατρικής του ΔΠΘ και στις εκλογές ήταν υποψήφιος βουλευτής Έβρου με το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής