Της Συμβούλου Επαγγελματικού Προσανατολισμού Κλειώ Τζανταρμά

Καθώς πλησιάζει η περίοδος συμπλήρωσης των μηχανογραφικών δελτίων, οι υποψήφιοι και οι οικογένειές τους καλούνται να πάρουν κρίσιμες αποφάσεις για το μέλλον τους. Μια από τις πιο συχνές παγίδες που εμφανίζονται κάθε χρόνο είναι η υπερεκτίμηση της «βάσης εισαγωγής» μιας σχολής ως δείκτη ποιότητας ή επαγγελματικής προοπτικής. Όμως, η βάση δεν είναι τίποτα περισσότερο από έναν αριθμό που αποτυπώνει τη ζήτηση της στιγμής – και όχι την ουσία των σπουδών ή τη μακροπρόθεσμη αξία του αντικειμένου.

Η πλάνη της «υψηλής βάσης»

Πολλοί υποψήφιοι οδηγούνται στο να θεωρούν τις σχολές με υψηλές βάσεις ως τις «καλές» και τις σχολές με χαμηλές βάσεις ως «δευτερεύουσες». Πρόκειται για έναν επικίνδυνο μύθο. Οι βάσεις διαμορφώνονται κυρίως από την προσφορά και τη ζήτηση — και η ζήτηση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από κοινωνικές τάσεις, συγκυρίες της αγοράς και συλλογικές προσδοκίες, οι οποίες συχνά αλλάζουν από τη μια χρονιά στην άλλη.

Για παράδειγμα, πριν από περίπου δέκα χρόνια, τα Τμήματα Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικής Διοικητικής βρίσκονταν στις πρώτες θέσεις των προτιμήσεων λόγω του κύρους των τραπεζικών επαγγελμάτων. Ωστόσο, μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση και τις συγχωνεύσεις τραπεζών, η επαγγελματική απορρόφηση μειώθηκε δραστικά, με αποτέλεσμα να σημειωθεί σημαντική πτώση στις βάσεις εισαγωγής.

Αντίστροφα, Τμήματα που κάποτε θεωρούνταν περιφερειακά – όπως αυτά που σχετίζονται με τις γεωτεχνολογίες ή την ενεργειακή διαχείριση – βλέπουν αυξημένο ενδιαφέρον λόγω της παγκόσμιας στροφής στην πράσινη ανάπτυξη και την ανάγκη για ειδικευμένους επιστήμονες στον τομέα.

 

 

Το βάθος πίσω από τους αριθμούς

Ας μη ξεχνάμε ότι οι βάσεις αντικατοπτρίζουν κυρίως τον αριθμό των αιτήσεων και όχι την ποιότητα των σπουδών. Πολλές φορές, σχολές με καινοτόμα προγράμματα σπουδών και εξαιρετικές υποδομές παραμένουν με χαμηλές βάσεις επειδή δεν είναι ευρέως γνωστές ή βρίσκονται σε λιγότερο δημοφιλείς πόλεις.

Οι υποψήφιοι που επιλέγουν με μοναδικό κριτήριο τη βάση συχνά καταλήγουν σε τμήματα που δεν τους εκφράζουν πραγματικά, με αποτέλεσμα να χάνουν την όρεξη για σπουδές και να μην αξιοποιούν το δυναμικό τους. Το να εντυπωσιάσεις με μια «υψηλόβαθμη» επιλογή δεν έχει κανένα απολύτως αντίκρισμα αν τελικά δεν σε ενδιαφέρει το αντικείμενο.

 

Η σωστή επιλογή

Αυτό που χρειάζεται να αντιληφθούν οι νέοι είναι ότι η βάση μιας σχολής δεν εξασφαλίζει ούτε εργασία ούτε προσωπική ικανοποίηση. Η επιλογή πρέπει να γίνεται με βάση το περιεχόμενο σπουδών, τις προσωπικές κλίσεις, τα ενδιαφέροντα και – στον βαθμό που είναι εφικτό – την εκτίμηση των μελλοντικών προοπτικών του επαγγέλματος.

Σε έναν κόσμο που αλλάζει ταχύτατα, οι σημερινές βεβαιότητες μπορεί αύριο να είναι ξεπερασμένες. Αυτό που μένει σταθερό είναι η ικανότητα κάποιου να αγαπά αυτό που σπουδάζει, να γίνεται καλός σε αυτό και να προσαρμόζεται στις ανάγκες της εποχής.

Επίλογος

Ας βοηθήσουμε, λοιπόν, τους νέους να επιλέξουν με κριτήριο τον εαυτό τους και όχι τις επιταγές της μόδας ή τα βλέμματα του κοινωνικού περίγυρου. Οι σπουδές δεν είναι επίδειξη – είναι επένδυση ζωής.