Καταδικάστηκε και θα οδηγηθεί στη φυλακή.
Την ώρα της δίκης άγνωστοι καλούσαν σε κατοίκους της Ορεστιάδας και ζητούσαν χρήματα για υποτιθέμενο τραυματισμό συγγενικού τους προσώπου

Στα δικαστήριο Ορεστιάδας, συνεχίστηκε η υπόθεση της σύλληψης ενός Βούλγαρου, ο οποίος εντοπίστηκε από αστυνομικούς το Σάββατο 21 Οκτωβρίου, μόλις είχε παραλάβει χρήματα από γυναίκα στην Ορεστιάδα.
Όλα ξεκίνησαν όταν η γυναίκα, η οποία είναι λίγο μεγαλύτερη από 50 ετών, δέχθηκε τηλεφώνημα στο σπίτι της και όπως περιέγραψε στο δικαστήριο, άκουσε μία γυναικεία φωνή, η οποία είπε ότι ήταν ίδια με της κόρης της, να της λέει ότι τραυματίστηκε. Στη συνέχεια μίλησε με έναν άνδρα, ο οποίος είπε ότι είναι γιατρός κι ότι η κόρη της θα χρειαστεί άμεσα χειρουργείο γιατί έπεσε στο μπάνιο και το πόδι της ήδη μελανιάζει και πρέπει να τοποθετηθούν χρυσές βίδες. Η γυναίκα πείστηκε απ’ όσα άκουσε, καθώς σκέφτηκε μεταξύ άλλων ότι η κόρη της δεν έχει πατάκι στο μπάνιο του σπιτιού που μένει. Στο μεταξύ ο απατεώνας της μιλούσε από το σταθερό τηλέφωνο, αλλά είχε σε λειτουργία ύστερα από κλήση με απόκρυψη και το κινητό. Η γυναίκα είχε στο σπίτι της περίπου 4700 ευρώ και είπε ότι θα τα δώσει στον υποτιθέμενο γιατρό. Ο απατεώνας, ο οποίος μιλούσε σπαστά ελληνικά της είπε ότι είναι Γερμανός, για να δικαιολογήσει τον τρόπο που μιλούσε.
Η γυναίκα, η οποία κατέθεσε ως μάρτυρας στο τριμελές πλημμελειοδικείο Ορεστιάδας, τελικά έβαλε τα χρήματα σε μία μικρή συσκευασία και τα πέταξε από το μπαλκόνι του σπιτιού της σε άγνωστο άνδρα, ο οποίος συνελήφθη αμέσως από αστυνομικούς της ασφάλειας Ορεστιάδας, οι οποίοι τον είχαν εντοπίσει. Πρόκειται για έναν 53χρονο Βούλγαρο, ο οποίος από την αρχή της σύλληψής του, δήλωνε αθώος κι όχι είναι θύμα.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, ο Βούλγαρος και η συνήγορός του, υποστήριξαν ότι είναι θύμα, καθώς εντόπισε στο διαδίκτυο αγγελία για εργασία στην Ελλάδα, επικοινώνησε με το άτομο που είχε αναρτήσει την αγγελία και δέχθηκε να έρθει στην Ελλάδα για να εργαστεί σε οικοδομικές εργασίες. Στις επίμονες ερωτήσεις του προέδρου του δικαστηρίου, υποστήριξε ότι δεν είχε καμία ιδέα, ότι τηλεφωνικά το άτομο που τον είχε προσλάβει του είπε να κατευθυνθεί στο κέντρο της Ορεστιάδας και στη συνέχεια του έδωσε μία διεύθυνση στην πόλη της Ορεστιάδας, προκειμένου να εντοπίσει άλλους εργάτες κι όταν εντόπισε ύστερα από αναζητήσεις τη διεύθυνση του πέταξαν ένα κουτί το οποίο παρέλαβε. Όπως υποστήριξε ήρθε στην Ελλάδα από περιοχή πολύ κοντά στο Σβίλενγκραντ για να εργαστεί, δεν έχει καμία σχέση με την υπόθεση κι ότι υποψιάστηκε ότι κάτι δεν πάει καλά, όταν παρέλαβε το κουτί, το οποίο περιείχε όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια χρήματα.
Το δικαστήριο δεν πείστηκε από τους ισχυρισμούς του κατηγορούμενου και τον καταδίκασε σε 4 έτη και έξι μήνες φυλάκιση. Παράλληλα δεν έγινε δεκτό το αίτημά του να αποδεσμευτεί το όχημα το οποίο χρησιμοποίησε, καθώς δεν ανήκει στον ίδιο αλλά στη σύζυγό του, για την οποία υποστήριξε ότι δεν έχει σχέση με την υπόθεση, καθώς και ο ίδιος και η σύζυγός του, ήξεραν ότι θα έρθει στην Ελλάδα για νόμιμη εργασία.

Στο μεταξύ, την ώρα που διεξαγόταν η δίκη, άγνωστοι συνέχιζαν να επικοινωνούν με κατοίκους της Ορεστιάδας και να τους ζητούν χρήματα για υποτιθέμενους τραυματισμούς συγγενικών τους προσώπων, απάτη που συνεχίζεται όπως όλα δείχνουν παρά τις συλλήψεις, εντός Ελλάδας.